χειροκρασία

χειροκρασία
χειρο-κρᾰσία, ,
A = χειροκρατία, Phld.Ir. p.32 W., D.H.6.65, 8.72, D.S.36.6, Plu.2.332c.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • χειροκρασίᾳ — χειροκρασίᾱͅ , χειροκρασία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειροκρασία — ἡ, Α διαπληκτισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο) * + κρασία (< κρατος < θ. κρᾱ τού κεράννυμι «ανακατεύω»), πρβλ. εὐ κρασία] …   Dictionary of Greek

  • χειροκρασίας — χειροκρασίᾱς , χειροκρασία fem acc pl χειροκρασίᾱς , χειροκρασία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειροκρασίαι — χειροκρασίᾱͅ , χειροκρασία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”